Αρχαίες Ελληνικές ασπίδες: Θαυματουργές ή και... ιπτάμενες!




Μυστήριο καλύπτει το θέμα, του τί ήταν τα περίφημα ιερά όπλα που υπήρχαν μέσα στο άδυτο του ναού του Απόλλωνος και τα οποία με θαυμαστό τρόπο βρέθηκαν μπροστά από τον ναό, όταν έφθαναν στο τέμενος του θεού οι βάρβαροι Πέρσες για να το συλήσουν.

Μια ιδέα, για το τί μπορεί να ήταν κάποιο από τα ιερά αυτά όπλα, μας δίνει ο θρύλος του Άβαντος, που αναφέρεται στην θαυματουργή ασπίδα του «Άβαντεία ασπίς», οι περιπέτειες της οποίας έχουν ως έξης: 

Κάποτε κάποιος έφηβος, έτρεψε σε φυγή ολόκληρο στράτευμα με την μαγική δύναμη της ασπίδος του, η οποία αργότερα περιήλθε στον Δαναό, που την ανήρτησε, αφιερώνοντας την στο Ηραίον του Αργούς.

Ο Λυγκεύς τόλμησε να ξεκρεμάσει το αφιέρωμα και να το προσφέρει στον υιό του Άβαντα, ο όποιος μόνον με αυτή καθυπέταξε τους αντιπάλους του, διότι η παρουσία της ασπίδος, έτρεπε σε φυγή τους εχθρούς.

Με την παράδοση αυτή συνδεόταν και το πανάρχαιο έθιμο, σύμφωνα με το όποιο, οι νικητές των αγώνων του Αργούς, ελάμβαναν εκτός από τον στέφανο και για έπαθλο μια ασπίδα.

Αυτή την παράδοση περί Άβαντείας ασπίδος, χρησιμοποίησε εντέχνως ο Βιργίλιος, για να κολακεύσει τον αυτοκράτορα Αύγουστο, που νίκησε τον Αντώνιο στο 'Ακτιο (31 π.Χ.).



Ασπίς Αχιλλέως

Οι θεοί ετάχθησαν, τάχα υπέρ του Οκταβιανού Αυγούστου και τον έκαναν ικανό να παραλαβή την θαυματουργή ασπίδα, την οποία ο Αινείας φεύγοντας από την Τροία, κρέμασε στην πύλη του ναού τού Απόλλωνος στο Άκτιο. Αλλά δεν ήταν συνηθισμένες ασπίδες και εκείνες του Ηρακλέους και του Αχιλλέως.

Η Ασπίς Ηρακλέους είναι ένα από τα πιο περίεργα αρχαιοελληνικά κείμενα και αναφέρεται στην περίφημη ασπίδα του μεγίστου θρυλικού ήρωα του Ελληνισμού.

Ο θείος ποιητής Ησίοδος, περιγράφει αυτήν ως ουράνια: «Χερσί γε μήν σάκος είλε παναίολον, ουδέ τις αυτό ούτ’ έρρηξε βαλών ούτ’ έθλασε θαύμα ίδέσθαι πάν μέν γάρ κύκλω τιτάνω λευκώ τ’ έλέφαντι ήλέκτρω θ’ ύπολαμπές έην χρυσω τε φαεινω λαμπόμενον, κυάνου δέ διά πτύχες ήλήλαντο…» (στ. 139-143).

Πήρε λοιπόν στα χέρια του την ασπίδα, που ήταν σαν πανάλαφρο μπαλόνι (σάκος παναίολον), που κανένας ποτέ δεν την έσχισε ή την έσπασε χτυπώντας την και ήταν θαυμάσιο να την κοιτάζεις. Γιατί ολόκληρη η κυκλική της επιφάνεια λαμποκοπούσε από τιτάνιο και από λευκό ελεφαντόδοντο κι από κεχριμπάρι κι άστραφτε από το χρυσάφι το λαμπερό, την διαπερνούσαν δε πολλές βαθυγάλαζες ταινίες…

Από την συνέχεια του κειμένου φαίνεται ότι στην μέση της ασπίδος βρισκόταν ένας δράκος, του όποιου τα μάτια έλαμπαν σαν την φωτιά και που είχε μια σειρά λευκά δόντια, τρομερά και απλησίαστα.


Ασπίς Αθηνάς
Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δώσει κανείς στην αναφορά του Ησιόδου, ότι πάνω στο φρικτό του μέτωπο (του δράκοντα) πετούσε η 'Εριδα η τρομερή που ξεσηκώνει ταραχές ανάμεσα στους άνδρες, η καταραμένη που συνηθίζει να παίρνει τον νουν και τον λογισμό των ανδρών, εκείνων που με έχθρα πολεμούν τον υιό του Διός.

Μήπως ευρισκόμεθα ενώπιον ενός άγνωστου όπλου που προκαλούσε μανία και πανικό στους εχθρούς; (Αυτό είναι το ερώτημα που ανακύπτει από το προαναφερθέν σημείο της περιγραφής τού θεϊκού ποιητή Ησιόδου).

Προβληματισμό προκαλούν οι αμέσως ακολουθούντες στίχοι: «τών καί ψυχαί μέν χθόνα δύνουσ’ Άϊδος εϊσω αυτών, όστέα δέ σφι περί ρινοΐο σαπείσης Σειρίου άζαλέοιο μελαίνη πύθεται αϊη» (στίχοι 151-153).

Το απόσπασμα αυτό μεταφράζεται ως εξής:
«Οι ψυχές εκείνων μπαίνοντας στην γη χώνονται βαθειά στον Άδη, και τα κόκκαλα τους, μόλις οι σάρκες, πού τα περιβάλλουν, λειώσουν από το κάμα τού Σειρίου, σαπίζουν μέσα στην μαύρη γη».

Στους στίχους αυτούς, όπως υποστηρίζει ό Θεόδωρος Άξιώτης στην «ΑΡΓΩ», τονίζεται ότι ο κυριότερος ρόλος της άσπίδος ήταν εκείνος των ουρανίων ταξιδιών !


Υπάρχουν και πιο ξεκάθαρες πληροφορίες, όπου σύμφωνα με τις πηγές που παραθέτει ο Αθανάσιος Σταγειρίτης στον Α΄ τόμο Ωγυγία η Αρχαιολογία, ο Προμηθέας επιθυμεί να ανέβει στον ουρανό και να περιεργαστεί τα ουράνια σώματα, «ανεβίβασε, λοιπόν, αυτόν η Αθηνά εις τον Ουρανόν, καθήμενον επάνω εις την ασπίδα αυτής…» (σελ. 256). 

Και άρα, ο Αξιώτης, όπως και πολλοί άλλοι, παρόμοια, επιβεβαιώνεται.



πηγή: Ελληνική Εθνική Θρησκεία